ρίς, ἡ
Ερμηνεία:
[της ρινός, την ρίνα, αι ρίναι των ρινών, τας ρίνας (η μύτη)]
Ετυμολογία:
[< (Όμηρ., Ιπποκράτης, Γαληνός)]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
…σιμὴ καὶ πεπλατυσμένη ρίς του…[Πάσχα Ρωμέϊκο]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|